ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

6/recent/ticker-posts

Ιθαγένεια ή Υπηκοότης; Είναι ίδιες έννοιες;



Η υπηκοότης δεν μεταβάλλει την φυλετική υπόσταση των ανθρώπων
Ιθαγένεια και υπηκοότης είναι δύο λέξεις με τελείως διαφορετικόν νόημα.
Άλλη η σημασία της εννοίας ιθαγένεια και άλλη η σημασία της εννοίας υπηκοότης.
Ατυχώς στους νομικούς και πολιτικούς κύκλους εταυτίσθη η μία έννοια με την άλλην,
ώστε με την λέξιν ιθαγένεια να εννοήται η υπηκοότης και αντιστρόφως.
Βεβαίως πολλοί επιστήμονες επικρίνουν αυτήν την ταύτισιν, η οποία δεν ανταποκρίνεται στην γλωσσικήν πραγματικότητα.
Κατ’ αρχήν να διευκρινίσωμεν, ότι το τι ακριβώς σημαίνει μία λέξις
το ορίζη η ετυμολογία (έτυμον= «η αρχική, η πρώτη των λέξεων σημασία ως εξάγεται εκ της προελεύσεώς της»
(Δ.Δημητράκου, «Λεξικόν Ελληνικής Γλώσσης» τομ. ΣΤ, σελ. 3.011 λ. «έτυμον»).
Ο ορισμός της σημασίας («σημασιολογία») μιας λέξεως είναι αποκλειστική υπόθεσις της γλωσσικής επιστήμης.
Κάποιος νομοθέτης μπορεί να νομοθετή οτιδήποτε θέλει,
αλλά δεν μπορεί να αλλάζη την έννοιαν, την σημασίαν δηλαδή των λέξεων, που χρησιμοποιεί. Διότι αυτό αντίκειται στην επιστήμην, στην λογικήν, στην πραγματικότητα και στην αλήθειαν.Αι λέξεις έχουν την σημασίαν των,
όπως αυτή διεμορφώθη από χιλιετίας βάσει γλωσσολογικών δεδομένων
κι’ όχι, όπως αρέσει στον κάθε άσχετο εξουσιαστή, που κακοποιεί την Ελληνικήν Γλώσσαν,
είτε από αγραμματοσύνην είτε από σκοπιμότητα, κυρίως από αυτήν.
Ας έλθωμεν τώρα στην έννοιαν Ιθαγένεια, που είναι η ιδιότης του ιθαγενούς.
Η λέξις ιθαγενής και ιθαιγενής (Όμηρος: «Οδύσεια» Ξ 203)
προέρχεται από το ιθύς, που σημαίνει «κατ’ ευθείαν» (Ε. Κοφινιώτη «Λεξικόν ομηρικόν» σελ. 157,
Ν. Δασκαλάκη: «Λεξικόν ετυμολογικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης» σελ. 209,
J Hofmann: «Ετυμολογικόν Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής» σελ. 140 κ.α) και από το «γένος», που σημαίνει την φυλήν.
Έχομεν λοιπόν σύνθεσιν των ιθύς+γένος και ιθαγενής καλείται ο έχων κατ’ ευθείαν σχέσιν με γένος.
Στην Αρχαίαν Ελληνικήν Γλώσσαν ιθαγενής ονομάζεται ο γνήσιος προς συγκεκριμένον γένος.
Κατά συνέπειαν το περιεχόμενον της ιθαγενείας είναι φυσικόν γεγονός (όχι επίκτητον) και ειδικώτερον φυλετικόν.
Η έννοια του ιθαγενούς απαντάται στον Ηρόδοτον («Ιστορία»6,53) στον Αισχύλο («Πέρσαι» 306)
στον Στράβωνα («Γεωγραφικά» 7,7,8)κ.τ.λ. Χάριν της ετυμολογίας σημειούμεν, ότι το ιθύς προέρχεται εκ του ρήματος ιθύω,
που σημαίνει βαίνω κατ’ ευθείαν.
Το ιθύω να μη συγχέεται με το ιθύνω, που σημαίνει κυβερνώ π.χ. ιθύνουσα τάξις.
Αντίθετον του ιθαγενούς είναι ο μετανάστης,
ο οποίος είναι ο άνθρωπος, που έφυγε από την χώραν του και ήλθε εις μίαν άλλην.
Η λέξις μετανάστης αναφέρεται ήδη από την εποχήν την Ομήρου.
Μάλιστα οι Αρχαιοέλληνες, περιεφρόνουν τους μετανάστας, ως κατωτέρους λαούς
και η λέξις «μετανάστης» εχρησιμοποιείτο «συνήθως ως λέξις ονειδιστική» (Δ.Δημητράκου, ενθ. ανωτ. τομ. 9, σελ. 4619).
Στην «Ιλιάδα»(Ι,648) επί παραδείγματι ο Αχιλλεύς διαμαρτύρεται στον Αίαντα,
δια την συμπεριφοράν του Αγαμέμνονος απέναντί του.
Ο ήρως λέγει: οργίζεται η καρδιά μου, σαν θυμηθώ πόσον προσβλητικώς μου εφέρθη ο υιός του Ατρέως ωσάν να ήμουν κάποιος μετανάστης,
δίχως τιμήν: «αλλα μοι οιδάνεται κραδίη χόλω οππότε κείνην μνήσομαι, ως μ’ ασύφηλον εν Αργείοισιν ερεξεν Ατρεΐδης
ως ει τιν’ ατίμητον μετανάστην».
Και αλλού, δια να παραθέσω ακόμη ένα παράδειγμα εκ του πλήθους που έχω, ο Ηρόδοτος («Ιστορία»Ζ, 161)
εμφανίζει τον «Αθηναίων άγγελον» να δηλώνη στον βασιλέα των Συρακουσίων Γέλωνα,
ότι οι Αθηναίοι δεν είναι μετανάσται: «ου μετανάσται».
Στο πρώτον παράδειγμα ο μεταφραστής των εκδόσεων του «Παπύρου»
το πεντακάθαρον «ατίμητον μετανάστην» το μεταφράζει (!) εις «ασήμαντο μέτοικο»!!
μολονότι ο Αχιλλεύς σαφέστατα ομιλεί δι’ «ατίμητον μετανάστην».
Διατί ο μετανάστης έγινε μέτοικος; Και διατί ο ατίμητος (δίχως τιμή) έγινε ασήμαντος;
Στο δεύτερον παράδειγμα πάλιν ο μεταφραστής των εκδόσεων του «Παπύρου» το πεντακάθαρον «ου μετανάσται» το μεταφράζει!
εις «δεν έχομεν αλλάξει κατοικίαν»!! μολονότι ο άγγελος των Αθηναίων δηλώνει «ου μετανάσται».
Διατί το «ου μετανάσται» έγινε «δεν έχομεν αλλάξει κατοικίαν»; και πώς ένα Έθνος ν’ αλλάξη κατοικίαν;
Ακόμη ο μεταφραστής την αναφοράν του αγγέλου, ότι οι Αθηναίοι είναι «αρχαιότατον μεν έθνος»
την μεταφράζει ως «αρχαιότατον λαόν της Ελλάδος».
Το Έθνος φαίνεται τον ενοχλεί και το έκανε λαόν.
Μα ο άγγελος ανεφέρθη εις έθνος κι’ όχι εις λαόν. Προφανώς ο μεταφραστής είναι «προοδευτικός» και μεταφράζει κατά τας πεποιθήσεις του,
μη σεβόμενος το Αρχαίον κείμενον.
Η υπηκοότης είναι αποκλειστική νομική πράξις. Κάποιος, ο οποιοσδήποτε δύναται να αποκτήση την υπηκοότητα οποιουδήποτε κράτους, εφόσον πληροί τας προϋποθέσεις, που προβλέπει η νομοθεσία εκείνου του κράτους.Η υπηκοότης δεν επιδρά επί της ιθαγενείας και αντιστρόφως. Εάν ένας Έλλην μεταβή στην Κίνα και δια ποικίλους λόγους του δοθή η κινεζική υπηκοότης ασφαλώς δεν έγινε Κινέζος. Η υπηκοότης αυταποδείκτως δεν μεταβάλλει την φυλετικήν υπόστασιν των ανθρώπων.Ο Έλλην ιθαγενής, που αποκτά την κινεζικήν υπηκοότητα δεν έπαυσε αυτομάτως να είναι Έλλην ιθαγενής και οι απόγονοί του, τα παιδιά του κ.τ.λ. θα είναι Έλληνες ιθαγενείς κι’ όχι κινεζάκια. Τα ίδια ασφαλώς ισχύουν και δια τον ιθαγενή Κινέζον, που θα αποκτήση την Ελληνικήν υπηκοότητα.Να προσθέσωμεν και τα εξής. Η υπηκοότης ως νομικόν κατασκεύασμα (νομοθέτημα) αλλάζει κατά την κρίσιν των νομοθετών.
Σήμερον, δια να αναγνωρισθή ένας μετανάστης υπήκοος της Ελλάδος οφείλει να έχη κάποιους όρους, προϋποθέσεις. Αύριο η νομοθεσία αλλάζει τους όρους, προϋποθέσεις και δια να λάβη ο μετανάστης την Ελληνικήν υπηκοότητα υποχρεούται να συμμορφωθή, προς τας νέας διατάξεις, δια την χορήγησιν της υπηκόοτητος.Απεναντίας στην ιθαγένειαν απουσιάζουν παντελώς νομικαί προϋποθέσεις ή όροι. Διότι εδώ τον μοναδικόν λόγον έχει η φύσις.
Η ιθαγένεια ως βιολογική κατάστασις είναι αμετάβλητος και δεν υπόκειται εις ανθρωπίνους τεχνητάς, ρυθμίσεις.
Ο αλλοδαπός, που ήλθε στην Πατρίδα μας, εκατομμύρια Ελληνικών υπηκοοτήτων να του δώσετε θα παραμείνη αλλοδαπός.
Αι διοικητικαί πράξεις υπηκοότητος όσαι και να είναι, όποιαι και να είναι, από όπου και να προέρχωνται δεν θα μετατρέψουν τον Κάφρο εις Έλληνα.
Αυτή είναι η πραγματικότητης. Τελεία και παύλα.
Επίσης η υπηκοότης δι’ ωρισμένους λόγους αφαιρείται με μία νομική πράξι. Ενώ η ιθαγένεια δεν αφαιρείται ποτέ.
Ακολουθεί το άτομο μέχρι του θανάτου του.
Ουδεμία διοικητική αρχή και ουδένα δικαστήριον μπορεί να αποφασίση να αφαιρεθή η ιθαγένεια κάποιου. Ν’ αποφασίση δηλαδή, ότι από τούδε ο Αιθίοπα δεν είναι Αιθίοπας , αλλά διατάσσεται να γίνη ξανθός Σουηδός.
Η ιθαγένεια ως φυσική-βιολογική κατάστασις δεν εξαρτάται από νομοθεσίας ή την βούλησιν προσώπων, κρατών κ.τ.λ.
Προέρχεται μόνον από την φύσιν. Ο ιθαγενής ανήκει στην φυλή (γένος) όπου τον έταξε η μοίρα. Ουδείς εδιάλεξε να είναι Κινέζος ή Άγγλος κ.τ.λ.
Οι γραικύλοι παρέσυραν τους νομικούς (όχι όλους) να ταυτίσουν την ιθαγένεια με την υπηκοότητα. Ταυτίζουν δηλαδή ένα βιολογικό γεγονός με μία διοικητική πράξι. Αν είναι δυνατόν! Κι’ όμως στον νεοελληνικό κρατίδιο είδαμε και αυτό και υπάρχει βεβαιότης, ότι θα συνεχίσωμεν εις χειρότερα, εφόσον μας κυβερνούν γραικύλοι.Οι ανθέλληνες έχοντες την εξουσίαν επέβαλαν την «απόλυτον ταύτισιν» κατ’ ανακοίνωσιν του υπουργείου εσωτερικών ιθαγενείας και υπηκοότητος. Προ πολλού η νομοθεσία μεταχειρίζεται την ιθαγένεια, ωσάν να ισοδυναμή με την υπηκοότητα.